Η Ευαγγελίστρια άλλοτε και τώρα (ΦΩΤΟ)

1
1355
 
Google has deprecated the Picasa API. Please consider switching over to Google Photos

ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟ

Η Παναγία η Ευαγγελίστρια στο Ασφενδιού

Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη

Εκεί που το παρελθόν συναντάει το παρόν και μαντεύει το μέλλον, εκεί που ο πανύψηλος πέτρινος άρχοντας ο Δίκαιος ακουμπάει στον ουρανό, εκεί που ο απέναντι απέραντος ορίζοντας, χαϊδεύει απαλά την καταγάλανη θάλασσα, εκεί βρέθηκα την Κυριακή για να παρακολουθήσω την Θεία Λειτουργία. Η καμπάνα από το πανύψηλο καμπαναριό της Ευαγγελίστριας, μας κάλεσε για να προσκυνήσουμε και να προσευχηθούμε στην Θεία Λειτουργία, όπου χοροστάτησε ο Μητροπολίτης κ. κ. Ναθαναήλ, με λειτουργό τον ιερέα, παπά Αναστάσιο Τσουκνιά.

Στολίδι της Πλατείας η Βυζαντινή πετρόχτιστη Εκκλησιά της Παναγιάς, με τον επιβλητικό τρούλο και τις αγιογραφίες να κινδυνεύουν από την φθορά του χρόνου, την υγρασία και τα συχνά κουνήματα του Εγκέλαδου. Στο αρχοντικό ορεινό χωριό Ασφενδιού με τις πέντε ενορίες, που η μεταπολεμική λαίλαπα το ερήμωσε, έμειναν πολύ λίγοι κάτοικοι.

Στην Εκκλησία της Ευαγγελίστριας, διακόνησαν πιστά προσφέροντας ευωδιαστό θυμίαμα, ο μακαριστός παπά Γιάννης Χατζηαγγελής και τον διαδέχθηκε ο αξιοσέβαστος αείμνηστος παπά Γαβριήλ Κοσσαρής. Ακολούθησε τελευταίος ο παπά Λεωνίδας Βογιατζής, ο οποίος για λόγους ηλικίας και υγείας, σταμάτησε την πολύτιμη υπηρεσία του, στην πανέμορφη ενορία της Παναγίας της Ευαγγελίστριας.

Ο χρόνος με ανέβασε στα φτερά του και με ταξίδεψε σε αλλοτινές εποχές. Καθώς περιδιαβαίνω τα στενοσόκακα της ενορίας της Βαγγελίστριας, κοιτάζω τις σκόρπιες κρήνες. Αυτές οι βρύσες δρόσιζαν όλο το χωριό, όταν υπομονετικά περίμεναν οι νοικοκυρές στην ουρά, για να γεμίσουν τις στάμνες τους και να πληροφορηθούν τα τελευταία νέα της άτακτης και του μπερμπάντη της γειτονιάς.

Όταν το χωριό Ασφενδιού έσφυζε από ζωή, κοιτάζω με προσοχή το παλιό μπακάλικο και διακρίνω την φιγούρα του αξέχαστου Γιάννη Κοσσαρή, αλλά και του Μιχάλη Χατζηνικολάου.

Λίγο πιο πέρα ο αεικίνητος γιατρός και Κοινοτάρχης, ο Μιχάλης Διακομανώλης, λες και ξεπρόβαλε από το ερημωμένο, διώροφο αρχοντόσπιτό του, απέναντι από την μεγάλη Εκκλησία.

Αλλά και απέναντι μου βλέπω το λιοτρίβι της οικογένειας Θυμανάκη και πιο δίπλα το λιοτρίβι της οικογένειας Σοφού.

Δυο ελαιουργεία τότε, δούλευαν νυχθημερόν, για να βγάλουν το υγρό χρυσό λάδι.

Προσπαθώ να μπω στο ένα από τα ερειπωμένα λιοτρίβια και φωτογραφίζω το σιδερένιο πιεστήριο, που στέκεται αμετακίνητο εκεί μαζί με τις διπλανές δυο πελώριες πέτρες.

Λες και ακούω τον θόρυβο από τις οπλές των αλόγων, που γύριζαν ασταμάτητα τις πέτρες, για να συνθλίψουν τις ελιές που τότε ήταν μαύρες και μεγάλες. Διαρκώς τα υποζύγια κουβαλούσαν σακιά και κοφίνια, γεμάτα από τον ευλογημένο καρπό της ελιάς, ενώ οι παραγωγοί ξημεροβραδιάζονταν στα ελαιουργία. Το λάδι αποθηκεύονταν σε μεγάλα πήλινα πιθάρια, που έφτιαχναν στα φημισμένα τσουκαλαριά στην Καρδάμαινα καθώς και σε μεγάλες γυάλινες νταμιτζάνες.

Περπατώ στα χωμάτινα δρομάκια, για να με μεθύσουν οι μυρωδιές από την λυγαριά, την δάφνη, αλλά και από τον δυόσμο και τον βασιλικό, στις γλάστρες και στα παρτέρια μπροστά στα λιγοστά καλοασπρισμένα, κατοικημένα σπίτια.

Συναντώ ένα καλοδιατηρημένο σπίτι της οικογένειας Σοφού, που στέγαζε για χρόνια τον σταθμό της Χωροφυλακής του χωριού, ενώ αυτός πριν ήταν πίσω από την επιβλητική Εκκλησιά και κοντά στο γραφείο της Κοινότητας.

Κοιτάζω το μικρό ταβερνάκι όπου σήμερα η οικογένεια Τριμμάτη η μητέρα κυρία Ειρήνη (το γένος Μαλιλή) και γιος της Νίκος, προσφέρουν την πιο νόστιμη παραδοσιακή κουζίνα, σε ένα χώρο κάτω από την δροσιά της κληματαριάς με την μουσική από το παλιό σπάνιο ‘τζουκ μποξ’ να τραγουδάει τους καημούς των ξενιτεμένων.

‘Το πλοίο θα σαλπάρει γιο λιμάνια ξένα’….’μαζί του θα σε πάρει αγάπη μου και σένα’…., ακούγεται η μελωδική φωνή της αξέχαστης Πόλυς Πάνου.

Σταματώ για να δω την πράσινη ταμπελίτσα του δρόμου. Αλκιβιάδης Χατζηνικολάου το γνωστό Αλκιβιαδάκι, ο αξέχαστος κοινοτάρχης που άφησε εποχή.

Προχωρώ αργά για να διαβάσω το ταμπελάκι για το μοναδικό μπαρμπέρικο. Θεόφιλος Κίας (Περδικάκη), εκεί δίπλα από το μπακάλικο της οικογένειας Κιαπόκα που παραδοσιακά έβγαλε τον κοινοτάρχη της, καθώς και το παντοπωλείο του Αντωνάκη Νικηταρά, που υπήρξε και Δήμαρχος του χωριού. Ετοιμόρροπα αρχοντικά σπίτια και χαλασμένοι πέτρινοι πύργοι, με τριγυρίζουν θυμίζοντας μου, πως στέγαζαν αξιοπρεπείς οικογένειες. Σήμερα είναι πια κλειστά και περιμένουν τους ιδιοκτήτες τους να τα ξαναζωντανέψουν.

Επιστρέφοντας στέκομαι με δέος και συγκίνηση, απέναντι από ένα καλό συντηρημένο κτήριο. Είναι το παλιό εξατάξιο Δημοτικό Σχολείο του Ασφενδιού.

Αξέχαστη η φιγούρα του Πέτρου του επιστάτη, που καθημερινά μοίραζε στα παιδιά το γάλα στα τσίγκινα τενεκεδάκια τις γνωστές καστανιές ή στα εμαγιέ κατσαρολάκια. Ήταν το συσσίτιο με βρασμένο γάλα σε σκόνη, που το συνόδευε κίτρινο τυρί, από τον Αμερικάνικο γκαζοντενεκέ, σύμφωνα με το μεταπολεμικό σχέδιο ‘Μάρσαλ’ για την ανακούφιση των πληγέντων Ελλήνων, από την βαρβαρότητα του Γερμανικού πολέμου.

Κοιτάζω το γραφείο των δασκάλων αλλά και τις ασφυκτικά γεμάτες αίθουσες που καθόμασταν τρεις- τρεις στα μεγάλα ξύλινα θρανία, με την ξύλινη έδρα και τον μαυροπίνακα εξοπλισμένο με την λευκή κιμωλία και το σφουγγάρι.

Τόσες δασκάλες, τόσοι δάσκαλοι που αγωνίσθηκαν την μεταπολεμική εποχή για να μεταλαμπαδέψουν τις ανεκτίμητες γνώσεις τους στα παιδιά και να τα διδάξουν τον πολυτιμότερο πνευματικό πλούτο που διέθεταν εκείνοι.

Θυμάμαι το πρώτο μου Αλφαβητάριο και την πρώτη μου δασκάλα την κύρια Αθανασία Μαγκαφά και της εύχομαι να είναι χιλιόχρονη.

Επίσης η αξέχαστη δασκάλα η Χρυσή Φωτίου, η πρεσβύτερα του παπά Δημήτρη Γρύλλη που άφησε εποχή για τις όμορφες γιορτινές εκδηλώσεις και τις θεατρικές παραστάσεις που διοργάνωνε. Να θυμηθούμε την αείμνηστη Μαρία Κορφιά, την κ. Μαρία Φορόζη, τον Καλύμνιο διευθυντή Μαΐλη, τον Μιχάλη Οικονόμου, τον Κλήμη, τον Πατούρη, τον Κώστα τον Μανώλακα, την κ. Μένη την Κριτσωτάκη, την κ. Αργυρώ Κατσίλλη. Τόσες πολλές δραστήριες παρουσίες χοροπηδούσαν στην μάτια μου, μέχρι που το ξηλωμένο μωσαϊκό του κόκορα στον τοίχο, με αφύπνισε από τις νοσταλγικές μου θύμησες και γλυκές παιδικές αναμνήσεις.

Η κεντρική Πλατεία ήταν πάντα γεμάτη και κάπου εκεί η μικρόσωμη φιγούρα του αεικίνητου ταχυδρόμου του χωριού, του κ. Τάσου Ρήνου. Καθημερινά ξεπόζευε από το γαϊδουράκι του, δηλ κατέβαινε και στο μικρό παραδοσιακό καφενεδάκι που ανήκει στην Εκκλησιά, μοίραζε τα γράμματα και τα τσέκια των ξενιτεμένων. Αργότερα ο εκκωφαντικός θόρυβος του μηχανακιού, ειδοποιούσε όλους όσους ήθελαν όχι μόνο να λάβουν, αλλά και να στείλουν γράμματα στους αγαπημένους της ξενιτιάς, διότι όλο το χωριό περίμενε με λαχτάρα να μάθει τα νέα τους.

Αλλά και σήμερα οι λιγοστοί κάτοικοι, περιμένουν στην ενορία τους, τον επόμενο ιερέα που θα ξαναζωντανέψει την Εκκλησία της μικρής κοινότητας της Παναγιάς της Ευαγγελίστριας.

Αποφασίζω να επιστρέψω και να ευχαριστήσω την ταβερνιάρισσα, για την φιλόξενη διάθεση και τα πεντανόστιμα Ασφενδιανά γιαπράκια της, τα γνωστά ντολαμαδάκια, καθώς και τους γεμιστούς κολοκυνθο -ανθούς. Ένας τεράστιος γυπαετός, ο αΐπης, όπως τον λένε, πέρασε από πάνω μου ερχόμενος από το πέτρινο καταφύγιό του στα υψώματα του Ωρομέδοντα. Ίσως να αναζητούσε κάποιο κλωσόπουλο ή κάποιο τρωκτικό, για να χορτάσει τους νεοσσούς στη φωλιά του. Ίσως να θέλησε με την παρουσία του να μου δείξει πόσο πλούσιο είναι το απέναντι καταπράσινο δάσος της Ζιάς, με το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα, αλλά και το φορτωμένο με ελαιόδεντρα έρημο χωριό Χαιχούτες.

Η ζέστη αφόρητη, ο ήλιος καυτός και η θάλασσα προκλητικά δροσερή. Δεν θα διαφωνούσα για λίγες βουτιές δροσιάς, με γεμάτη την ματιά μου από όμορφες εικόνες και εντυπώσεις, που αλλού; στην πανέμορφη χιλιοτραγουδισμένη, αμμουδερή παραλία στο Τιγκάκι.

Ξανθίππη Αγρέλλη

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Πανεμορφες φωτογραφίες Ξανθιππη μου,πανεμορφο αφειερωμα στο Χωριό μας και συγκεκριμένα στην Ευαγγελίστρια.Ευχομαστε να αποκτήσει η Εκκλησία μόνιμο Παπά σύντομα γιατί είναι κρίμα να μένει κλειστή τις Κυριακες.

Γράψτε απάντηση στο Ανώνυμος Ακύρωση απάντησης