Έξυπνοι τρόποι αντιμετώπισης των τσιμπημάτων του καλοκαιριού

1
4586

Έξυπνοι τρόποι αντιμετώπισης των τσιμπημάτων του καλοκαιριού .

Ξενοφών Φανουρίου

Γεωλόγος -Ωκεανογράφος

Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, δεν είναι λίγες οι φορές που έρχομαστε επαφές με οργανισμούς τους οποίους αν δεν αντιμετωπίσουμε κατάλληλα μπορεί να μας δημιουργήσουν μικρά ή μεγάλα προβλήματα . Τέτοιοι μπορεί να είναι οι μέλισσες, τα φίδια, οι σκορπιοί οι δράκαινες και πολλοί άλλοι.

Υπάρχουν όμως μερικές γενικές αρχές και γνώσεις των φυσικών επιστημών που αν τις εφαρμόσουμε περιορίζουμε όχι μόνο τον πόνο αλλά και τα άλλα συμπτώματα. Ας δούμε μια – μια τις ιδιαίτερες περιπτώσεις.

Oι μέλισσες και οι σφήκες, για να προστατευτούν από τους εχθρούς τους, φέρουν στο κάτω μέρος της κοιλιάς τους το κεντρί, ένα σωλήνα που επικοινωνεί με ειδικούς αδένες. Οι μέλισσες όταν τσιμπήσουν, αφήνουν πάνω στο θύμα τους, το κεντρί το οποίο πρέπει να απομακρύνουμε από το δέρμα με προσοχή και μετά από λίγο ψοφούν δηλαδή κάνουν ένα είδος επίθεσης αυτοκτονίας . Δεν συμβαίνει το ίδιο με την σφήκα που αφήνει μόνο το δηλητήριο και μπορεί να τσιμπήσει πολλές φορές. Εξαιτίας αυτής της διαφοράς μπορούμε να ξεχωρίσουμε αν μας τσίμπησε μέλισσα (που αφήνει ένα μικρό μαύρο στίγμα που είναι το κεντρί ) ή σφήκα ( που δεν αφήνει ίχνος εκτός από τον πόνο).

Υπάρχει μια αρχή στην χημεία που μας λέει ότι το οξύ αν αντιδράσει με μια βάση εξουδετερώνονται και εξαφανίζονται και τα δυο. Το δηλητήριο που εκκρίνουν οι αδένες της μέλισσας ειναι οξύ, ενώ της σφήκας περιέχει βάση. Τα τσιμπήματά τους μας προκαλούν τον γνωστό σε πολλούς πόνο.

Για να τον «εξουδετερώσουμε» το δηλητήριο , στην περίπτωση που μας τσιμπήσει μέλισσα( Οξύ) χρησιμοποιούμε αμμωνία ή διάλυμά σόδας, δηλαδή μια βάση, ενώ στην περίπτωση που μας τσιμπήσει σφήκα (βάση ) χρησιμοποιούμε ξίδι ή λεμόνι, δηλαδή ένα διάλυμα οξέος τα δε αποτελέσματα είναι πολλές φορές εντυπωσιακά.

Ανάλογη αντιμετώπιση με τις σφήκες πρέπει να έχουμε με τις θαλάσσιες Μέδουσες. Έχουν πλοκάμια με κύτταρα που προκαλούν κνησμό (φαγούρα). Η επαφή με το δέρμα προξενεί αμέσως ένα συναίσθημα έντονου καψίματος και ύστερα από μισή ώρα, ερεθισμό με κνησμό. Κοκκινίλες από τον ερεθισμό μπορούν να επιμένουν επί πολλές μέρες . Για την ανακούφιση πρέπει να αφαιρεθούν με γαντοφορεμένο χέρι τα πλοκάμια, να γίνει καλό ξέπλυμα με πολύ θαλασσινό νερό (ποτέ με γλυκό γιατί θα ερεθιστεί περισσότερο) χωρίς να τριφτούν πάνω στο δέρμα και ακολούθως να γίνει ξέπλυμα με ξίδι για την αδρανοποίηση του δηλητηρίου της μέδουσας που είναι βάση .

Ένα άλλο επικίνδυνο τσίμπημα μπορεί να προέλθει από τους σκορπιούς, που ανήκουν στην κατηγορία των αραχνίδων

Το μήκος τους κυμαίνεται από 7.5 έως 20 εκατοστά, φέρουν τέσσερα ζευγάρια πόδια και λεπτή ουρά η οποία καταλήγει στο κεντρί με το δηλητήριο. Τους συναντάμε κυρίως κάτω από πέτρες, μέσα στην άμμο και σε εσοχές κορμών ανάμεσα από ξύλα, ακόμα και σε τοίχους ή περβάζια παραθύρων. Οι σκορπιοί είναι κυρίως νυκτόβιοι, γι’ αυτό το λόγο το πρωί μπορεί να τους βρούμε στην εξοχή ακόμα και μέσα σε παπούτσια, παντόφλες, ρούχα κ.λπ..

Υπάρχουν πάνω από 1.000 είδη σκορπιών στον κόσμο . Τα πλέον δηλητηριώδη τα συναντάμε στην Νότια Ασία, στη ζούγκλα του Αμαζόνιου και στην Κεντρική Αμερική. Μόνο στο Μεξικό πεθαίνουν περίπου 1.000 άτομα κάθε χρόνο από τα τσιμπήματα τους.

Στη χώρα μας συναντάμε γενικά δύο είδη σκορπιών: τους ξανθούς , οι οποίοι βρίσκονται σε παραθαλάσσιες περιοχές ή κοντά σε λίμνες και ποτάμια και τους μαύρους , που ζούνε σε εσωτερικές περιοχές. Αν και οι σκορπιοί που έχουμε στη χώρα μας δεν ανήκουν στους θανατηφόρους, τα τσιμπήματά τους είναι αρκετά επώδυνα και ιδιαίτερα αυτά των ξανθών.

Ο σημερινός κατάγεται από το θαλάσσιο σκορπιό ένα «προϊστορικό τέρας» που ζούσε πριν την εμφάνιση των δεινοσαύρων. Αυτός είχε μέγεθος 2,5-3,5 μέτρα και ζύγιζε περίπου 180 κιλά! Μια πρόσφατη ανακάλυψη σε λατομείο της Γερμανίας είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Απολιθωμένη δαγκάνα σκορπιού μήκους 46 εκατοστών αποδεικνύει την αλήθεια για το μέγεθος του πρόγονού του, ο οποίος εξαφανίστηκε πριν 390 εκατομμύρια χρόνια.

Οι επιστήμονες θεωρούν ότι οι γιγάντιες διαστάσεις των οφείλονταν στα υψηλά επίπεδα οξυγόνου εκείνης της εποχής, ενώ άλλοι τις αποδίδουν σε μια προϊστορική «κούρσα εξοπλισμών» στη φύση ανάμεσα σε θηράματα και κυνηγούς. Άλλωστε τα πρωτόγονα ψάρια που κυνηγούσε ο αρχαίος υδρόβιος σκορπιός, ήταν και αυτά «θωρακισμένα».

Το τσίμπημα του σκορπιού είναι αρκετά επώδυνο. Προκαλεί τοπικό οίδημα, φλεγμονή η οποία συνοδεύεται από υπεραιμία στην περιοχή (αλλαγή χρωματισμού – αύξηση θερμοκρασίας). Ακόμη πολλές φορές παρατηρείται μούδιασμα, ναυτία, πυρετός. Υπάρχει όμως ένα μυστικό που αγνοούν πολλοί ότι το δηλητήριο του σκορπιού διασπάτε με την θερμότητα .

Ετσι αν βάλω ζεστό νερό, περίπου πενήντα βαθμούς Κελσίου, στην περιοχή του τσιμπήματος, εξαφανίζεται αμέσως ο πόνος αφού σε αυτή την θερμοκρασία διασπάται το δηλητήριο του και εξαφανίζεται .

Στην Ελλάδα πολλές φορές γίνεται από λάθος το αντίθετο δηλαδή βάζουμε κρύο νερό ή πάγο.

Ανάλογη συμπεριφορά με αυτή του σκορπιού πρέπει να έχουμε και για την αντιμετώπιση της Δράκαινας. Είναι ψάρι της ακτής, που έχει την… κακή συνήθεια να χώνεται μέσα στην άμμο κοντά στον γιαλό. Το ραχιαίο πτερύγιό της φέρει αγκάθια εφοδιασμένα με δηλητηριώδη αδένες . Μετά το τσίμπημα, ο πόνος είναι οξύτατος και «ακτινοβολείται» μέχρι τη ρίζα του μέλους που έχει τσιμπηθεί. Το δηλητήριο της καταστρέφεται και αυτό στη θερμοκρασία των 50° C και ο απλούστερος τρόπος αντιμετώπισης, μετά την αναγκαία απολύμανση, είναι η προσέγγιση του σημείου του τσιμπήματος σε μια πηγή θερμότητας όπως ζεστό νερό ή αν δεν έχουμε αναμμένο άκρο τσιγάρου, προσεκτικά όμως για να μην προκληθεί έγκαυμα .

Αντίθετα δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε ζεστό νερό σε τσιμπήματα φιδιών και ειδικά της οχιάς μια και είναι το κυρίως δηλητηριώδες φίδι στη Ελλάδα .

Στην Κω έχουμε δυο είδη οχιάς αυτή με το κέρατο ή οχιά αμμοδύτης που ζει κυρίως στις παραλίες και αμμουδερές περιοχές, εξ ού και το όνομα αμμοδύτης και την οθωμανική οχιά, που συναντάμε στο εσωτερικό του νησιού .Το δάγκωμά της χαρακτηρίζεται και αναγνωρίζεται από τα δύο ξεχωριστά μεγαλύτερα σημάδια που αφήνουν τα δόντια της , ενώ τα μη δηλητηριώδη αφήνουν ίχνος από μια συνεχή ημικυκλική γραμμή. Τα συμπτώματα και οι επιπτώσεις εξαρτώνται από το πόσο δηλητήριο έχει χυθεί. Το σημείο του δαγκώματος του φιδιού δεν πρέπει ούτε να ρουφιέται (για να αφαιρεθεί το δηλητήριο), ούτε να κόβεται ή να δένεται . Για την αντιμετώπιση πρέπει να γίνεται καλό πλύσιμο, ακινητοποίηση του άκρου που έχει υποστεί το δάγκωμα και ταχεία μεταφορά σε μονάδα φροντίδας υγείας. Μπορεί εκεί να χορηγηθεί στον πάσχοντα αντιοφικός ορός, ανάλογα με τη σοβαρότητα του περιστατικού και αντιτετανική προστασία.

Μεταξύ των πιο δυσάρεστων καταστάσεων που μπορεί να αντιμετωπίσουμε από δαγκώματα κατά τη διάρκεια των διακοπών μας, είναι η οξεία αλλεργική αντίδραση . Όσο και αν μας φαίνεται παράξενο οι οχιές σπάνια μπορεί να προκαλέσουν τοξικές αντιδράσεις που να είναι θανατηφόρες. Οι σοβαρότερες αλλεργικές αντιδράσεις που μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στον θάνατο, εάν δεν αντιμετωπισθούν εγκαίρως, προέρχονται, όσο και εάν φαίνεται παράξενο από μέλισσες και σφήκες.

Όσοι γνωρίζουν ότι είναι αλλεργικοί σε αυτές, η καλή προετοιμασία είναι απαραίτητη και θα πρέπει να προμηθευτούν ενέσιμη αδρεναλίνη, την οποία οφείλουν να γνωρίζουν πολύ καλά πώς να χρησιμοποιήσουν, καθώς πρόκειται για πολύ ισχυρό φάρμακο.

 

1 ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε απάντηση στο Χαρα Ακύρωση απάντησης