Η Ρ Ι Ν Ν Α μια χαρισματική ποιήτρια της αρχαιότητας

0
253

Θεοδόσης Ν. Διακογιάννης

Κως

 

Η Ρ Ι Ν Ν Α

Η πιθανότερη εκδοχή για τον τόπο καταγωγής της Ήριννας είναι η το γειτονικό μας νησί η Τήλος. Γεννήθηκε, από πληροφορίες αρχαίων συγγραφέων, στις αρχές της Ελληνιστικής εποχής. Η Ήριννα μια χαρισματική ποιήτρια της αρχαιότητας που δεν σώζονται ως τις μέρες μας, παρά λίγοι στίχοι από τα ποιήματα της. Αγαπήθηκε από τους Έλληνες. Σύγκριναν την ποίηση της με την ποίηση του Όμηρου. Ένα επίγραμμα από έναν άγνωστο σε μας  επιγραμματοποιό είναι αφιερωμένο  στο ποίημα της «Ηλακάτη».

Της Ήριννας αυτή η Λεσβιακή κερήθρα, μικρούλι γλύκισμα,

μα ποτισμένο ολόκληρο με των Μουσών το μέλι.

Οι τρακόσοι στίχοι της ίσοι με του Όμηρου

κι ας είναι κόρη δέκα εννιά χρονών

και στη ρόκα, από τον φόβο της μητέρας, και στον αργαλειό,

καθόταν ταπεινή δουλεύτρα που άγγιξαν οι Μούσες.

Κι όσο η Σαπφώ ανώτερη στα μέλη από την Ήριννα,

τόσο κι Ήριννα ανώτερη απ’ τη Σαπφώ στους εξαμέτρους.

 

Το επίγραμμα είναι ένας έπαινος για την Ήριννα. Η γλυκάδα της ποίησης της ανταποκρίνεται στη εικόνα της μέλισσας και η κερήθρα με τη μέλισσα συμβολίζουν την εργατικότητα της κόρης που κάθετε στον αργαλειό και δουλεύει τη ρόκα. Στους δύο τελευταίους στίχους αναφέρεται η Σαπφώ που κάνει ζευγάρι μαζί της και τελειώνει με την υπεροχή των δύο ποιητριών.

 

Η χελιχελώνα ήταν το παιχνίδι που έπαιζαν τα παιδιά μέσα στην αυλή του σπιτιού. Το παιχνίδι θυμίζει ένα δικό μας «τα σκλαβάκια». Τα κορίτσια τρέχαν ολόγυρα και ρωτούσαν την χελώνη, δηλαδή την κοπέλα που καθόταν στη μέση.

–Το τέκνο σου τι έγινε και χάθηκε;

-Από άλογα λευκά πήδηξε στη θάλασσα,

αποκρινόταν εκείνη κι ορμούσε να πιάσει όποιαν μπορούσε. Ένα παιχνίδι απλό που στην αυλή της έπαιζε η Ήριννα με την καλή της φίλη Βαυκύδα, Την αγαπημένη της Βαυκίδα που μόλις έκλεισε τα 19 την αρραβώνιασαν και ξενιτεύτηκε,  την έστελναν με το πλοίο στο νησί του γαμπρού για να γίνει ο γάμος. Όμως η μοίρα αλλιώς τα έφερε. Το πλοίο βούλιαξε και η Βαυκύδα πνίγηκε στα αφρισμένα κύματα. Για τη φίλη αυτή γράφτηκε το ποίημα. Ένα ποίημα θρήνος  και αποχαιρετισμός. Η ηλακάτη είναι το αδράχτι που γυρίζει όπως γυρίζει και η μοίρα.

 

Μέσα στο κύμα το βαθύ

απ’ άλογα λευκά μα μανιασμένα πήδηξες.

Αλίμονο μου φώναξα δυνατά «χελώνα»,

σκιρτώντας στον κήπο του μεγάλου αυλόγυρου

Δύστυχη μου Βαυκίδα, βαριαναστενάζω και θρηνώ

αυτά μας τα παιχνίδια στην καρδιά στοιχειώνουν

ζωντανά ακόμη, εκείνα όμως που εμείς παίζαμε, σβησμένα κάρβουνα,

των κέρινων ομοιωμάτων οι χοροί μέσ’ στους θαλάμους

κούκλες ανέμελες και προς το χάραμα,

η μητέρα τραγουδώντας στις ξάστρες εκείνες

ήλθε…… ετοιμάζοντας το παστό κρέας.

Αχ.. στις μικρούλες πόσο φόβο προξενούσε η Μορμώ,

που στο κεφάλι της αυτιά μεγάλα και περπατά με πόδια

τέσσερα κι από άλλη σε άλλη άλλαζε η μορφή της.

Σαν όμως σε κρεβάτι Αντρός ανέβηκες  με μιας όλα τα ξέχασες

Όσα τελειώνοντας πια τα παιδικάτα σου που απ’ τη μητέρα σου άκουσες,

Βαυκίδα μου καλή της λήθης επιβάτη σε έκαμε η Αφροδίτη.

 

Οι λέξεις και οι εικόνες ξεχειλίζουν από ανυπόκριτο συναισθηματικό φόρτο. Ένα γνώρισμα της ποίησης της.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ